Dec 4, 2004 14:05
19 yrs ago
6 viewers *
English term
ramp-up and ramp-down features
English to Greek
Tech/Engineering
Mechanics / Mech Engineering
μιλά για variable speed drives
"they have time adjustable ramp-up and ramp-down features for controlling motor accelaration and deceleration times
"they have time adjustable ramp-up and ramp-down features for controlling motor accelaration and deceleration times
Proposed translations
+4
17 mins
Selected
χαρακτηριστικά για τη σταθερή αύξηση και μείωση
Παρέχουν τη δυνατότητα σταθερής αύξησης και μείωσης του χρόνου που απαιτείται για την επιτάχυνση ή επιβράδυνση του κινητήρα.
ή
Διαθέτουν χαρακτηριστικά για τη σταθερή αύξηση και μείωση του χρόνου που απαιτείται για την επιτάχυνση ή επιβράδυνση του κινητήρα.
Στην αρχή σκέφτηκα το "Παρέχουν τη δυνατότητα αύξησης και μείωσης των στροφών του κινητήρα...", αλλά απ'ό,τι βλέπω το αντικείμενο εδώ είναι ο χρόνος κι όχι οι στροφές.
Α, λέω "σταθερή αύξηση και μείωση", δηλαδή με σταθερό ρυθμό. Το ramp up σημαίνει increase at a constant rate.
Merriam-Webster: ramp (electrical waveform)] : to increase or decrease especially at a constant rate -- usually used with up or down <ramp up production
ή
Διαθέτουν χαρακτηριστικά για τη σταθερή αύξηση και μείωση του χρόνου που απαιτείται για την επιτάχυνση ή επιβράδυνση του κινητήρα.
Στην αρχή σκέφτηκα το "Παρέχουν τη δυνατότητα αύξησης και μείωσης των στροφών του κινητήρα...", αλλά απ'ό,τι βλέπω το αντικείμενο εδώ είναι ο χρόνος κι όχι οι στροφές.
Α, λέω "σταθερή αύξηση και μείωση", δηλαδή με σταθερό ρυθμό. Το ramp up σημαίνει increase at a constant rate.
Merriam-Webster: ramp (electrical waveform)] : to increase or decrease especially at a constant rate -- usually used with up or down <ramp up production
4 KudoZ points awarded for this answer.
Comment: "Graded automatically based on peer agreement."
1 day 18 hrs
χαρακτηριστικά/δυνατότητες κλιμακωτής αύξησης και μείωσης
ή ... κλιμακωτής αυξομείωσης
Σύμφωνα με το:
Αναλυτικό Λεξικό Ηλεκτρονικής & Επικοινωνιών
Κ.Φρυδάς, Ηλεκτρονικός Μηχανικός B.Sc., M.Sc
ramp = ράμπα
Το γραμμικά αυξανόμενο μέρος πριονωτής κυματομορφής
...το
Αγγλοελληνικό Λεξικό Τεχνικών Όρων
Χ.Χιονίδη
ramp= αναβαθμίς, κλιμακωτή στάθμη, κεκλιμένο επίπεδο, αγκωνωτός οδηγός
...το
Μεγάλο Αγγλοελληνικό Λεξικό Ηλεκτρονικής, Ηλεκτρολογίας, Αυτοματισμού, Τηλεπικοινωνιών, Ρομποτικής, Πληροφορικής
Stan Gibilisco
Εκδόσεις ΤΖΙΟΛΑ
ramp = κλίση, κεκλιμένο επίπεδο
Πριονωτό κύμα με γραμμική αύξηση και στιγμιαία πτώση που μομοιάζει με δόντια πριονιού.
...και το
Αγγλοελληνικό Λεξικό Μηχανικών
McGraw-Hill
Εκδόσεις ΤΖΙΟΛΑ
ramp = ράμπα
1) Μια ομοιόμορφα κεκλιμένη πλατφόρμα, ή διάβαση,
2) Μια κλίμακα που παρέχει πρόσβαση στην κύρια θύρα ενός αεροπλάνου
ramping = κλιμάκωση
Στην κατασκευή εξαρτημάτων που αποτελούνται από σύνθετα υλικά, μια σταδιακή και προγραμματισμένη αλληλουχία μεταβολών στη θερμοκρασία ή την πίεση που ελέγχουν την σταθεροποίηση και την ψύξη.
--------------------------------------------------
Note added at 1 day 18 hrs 59 mins (2004-12-06 09:05:13 GMT)
--------------------------------------------------
...και, ιδίως ορισμούς 5, 6 από το
Universal Dictionary
Reader\'s Digest
ramp = 1) a sloping passage or roadway connecting different levels, as of a building or road, 2) Architecture: a concave bend of a handrail where a sharp change in level or direction occurs, such as a stair landing, 3) a mobile staircase for entering and leaving an aeroplane, 4) a sudden bump or change in level in a road surface, sometimes introduced deliberately to keep traffic to a low speed, 5) a small platform straddling a cable, hosepipe, or the like and enabling vehicles to pass over it without touching it, 6) a short upward projection from which a person or vehicle may be launched, as a ski-jump or aircraft carrier.
--------------------------------------------------
Note added at 2 days 17 hrs 55 mins (2004-12-07 08:00:47 GMT)
--------------------------------------------------
Διόρθωση: ...ομοιάζει...
--------------------------------------------------
Note added at 3 days 3 hrs 19 mins (2004-12-07 17:24:52 GMT)
--------------------------------------------------
Οι διατάξεις αυτού του τύπου χρησιμοποιούνται σε τριφασικούς κινητήρες όπου ο χρόνος επιτάχυνσης/επιβράδυνσης του κινητήρα ελέγχεται μέσω διάταξης κλιμακωτής αύξησης/μείωσης των στροφών του κινητήρα. Η ταχύτητα ας πούμε ενός κινητήρα ο οποίος θα πρέπει να λειτουργεί στις 6000 RPM (στροφές/λεπτό) δεν μπορεί να επιτευχθεί στιγμιαία κατά την εκκίνηση λόγω του υψηλού φορτίου. Έτσι η ταχύτητα αυξάνεται κλιμακωτά (σε στάδια).
Σύμφωνα με το:
Αναλυτικό Λεξικό Ηλεκτρονικής & Επικοινωνιών
Κ.Φρυδάς, Ηλεκτρονικός Μηχανικός B.Sc., M.Sc
ramp = ράμπα
Το γραμμικά αυξανόμενο μέρος πριονωτής κυματομορφής
...το
Αγγλοελληνικό Λεξικό Τεχνικών Όρων
Χ.Χιονίδη
ramp= αναβαθμίς, κλιμακωτή στάθμη, κεκλιμένο επίπεδο, αγκωνωτός οδηγός
...το
Μεγάλο Αγγλοελληνικό Λεξικό Ηλεκτρονικής, Ηλεκτρολογίας, Αυτοματισμού, Τηλεπικοινωνιών, Ρομποτικής, Πληροφορικής
Stan Gibilisco
Εκδόσεις ΤΖΙΟΛΑ
ramp = κλίση, κεκλιμένο επίπεδο
Πριονωτό κύμα με γραμμική αύξηση και στιγμιαία πτώση που μομοιάζει με δόντια πριονιού.
...και το
Αγγλοελληνικό Λεξικό Μηχανικών
McGraw-Hill
Εκδόσεις ΤΖΙΟΛΑ
ramp = ράμπα
1) Μια ομοιόμορφα κεκλιμένη πλατφόρμα, ή διάβαση,
2) Μια κλίμακα που παρέχει πρόσβαση στην κύρια θύρα ενός αεροπλάνου
ramping = κλιμάκωση
Στην κατασκευή εξαρτημάτων που αποτελούνται από σύνθετα υλικά, μια σταδιακή και προγραμματισμένη αλληλουχία μεταβολών στη θερμοκρασία ή την πίεση που ελέγχουν την σταθεροποίηση και την ψύξη.
--------------------------------------------------
Note added at 1 day 18 hrs 59 mins (2004-12-06 09:05:13 GMT)
--------------------------------------------------
...και, ιδίως ορισμούς 5, 6 από το
Universal Dictionary
Reader\'s Digest
ramp = 1) a sloping passage or roadway connecting different levels, as of a building or road, 2) Architecture: a concave bend of a handrail where a sharp change in level or direction occurs, such as a stair landing, 3) a mobile staircase for entering and leaving an aeroplane, 4) a sudden bump or change in level in a road surface, sometimes introduced deliberately to keep traffic to a low speed, 5) a small platform straddling a cable, hosepipe, or the like and enabling vehicles to pass over it without touching it, 6) a short upward projection from which a person or vehicle may be launched, as a ski-jump or aircraft carrier.
--------------------------------------------------
Note added at 2 days 17 hrs 55 mins (2004-12-07 08:00:47 GMT)
--------------------------------------------------
Διόρθωση: ...ομοιάζει...
--------------------------------------------------
Note added at 3 days 3 hrs 19 mins (2004-12-07 17:24:52 GMT)
--------------------------------------------------
Οι διατάξεις αυτού του τύπου χρησιμοποιούνται σε τριφασικούς κινητήρες όπου ο χρόνος επιτάχυνσης/επιβράδυνσης του κινητήρα ελέγχεται μέσω διάταξης κλιμακωτής αύξησης/μείωσης των στροφών του κινητήρα. Η ταχύτητα ας πούμε ενός κινητήρα ο οποίος θα πρέπει να λειτουργεί στις 6000 RPM (στροφές/λεπτό) δεν μπορεί να επιτευχθεί στιγμιαία κατά την εκκίνηση λόγω του υψηλού φορτίου. Έτσι η ταχύτητα αυξάνεται κλιμακωτά (σε στάδια).
Something went wrong...