Glossary entry (derived from question below)
English term or phrase:
deleverage
Greek translation:
απομόχλευση
Feb 3, 2009 12:38
15 yrs ago
English term
deleverage
GBK
English to Greek
Bus/Financial
Finance (general)
Definition from
Investopedia:
A company's attempt to decrease its financial leverage. The best way for a company to delever is to immediately pay off any existing debt on its balance sheet. If it is unable to do this, the company will be in significant risk of defaulting.
Example sentences:
The Federal Reserve Chairman told an audience at the Chicago Federal Reserve Thursday that financial outfits need to deleverage and improve their ability to manage risk. (Forbes.com)
As leveraged investors begin to feel pain in their portfolios, not only do they begin to question broader risk exposure in a much more meaningful manner, but many are both forced to and many choose to deleverage, at least for a period, to stop the short term hemorrhaging. (Gold Digest)
American Restaurant Group, Inc. Reaches Agreement With Noteholders To Deleverage Its Balance Sheet. (Goliath)
Proposed translations
(Greek)
3 +5 | απομόχλευση | Assimina Vavoula |
5 | απομόχλευση | laontas |
Change log
Feb 3, 2009 12:07: changed "Kudoz queue" from "In queue" to "Public"
Feb 3, 2009 12:38: Enrique Cavalitto changed "Stage" from "Preparation" to "Submission"
Feb 6, 2009 12:54: changed "Stage" from "Submission" to "Completion"
Proposed translations
+5
32 mins
Selected
απομόχλευση
Definition from
google:
Η χαλαρότητα που προσδίδει στην οικονομική συμπεριφορά ο εύκολος δανεισμός κόπηκε με το μαχαίρι και αυτό ονομάστηκε deleverage ή απομόχλευση
Example sentences:
Η χιονοστιβάδα των αρνητικών θεμελιωδών στοιχείων και η βίαιη απομόχλευση (deleverage) προκαλούν μαζικές πωλήσεις διεθνώς με την προσφυγή στη ρευστότητα να αποτελεί αυτή τη στιγμή το μοναδικό ασφαλές καταφύγιο. Παράλληλα, διεξάγεται η εντυπωσιακότερη επενδυτική αναδιάρθρωση των τελευταίων ετών, με τους μεγάλους επενδυτικούς οίκους να στρέφονται στις βασικές αγορές τους. (google)
4 KudoZ points awarded for this answer.
3 days 7 hrs
απομόχλευση
Δεν επιθυμώ να "συν-αγωνιστώ" την Ασημίνα για τους πόντους, μια και εκείνη πρώτη παρέθεσε τη μετάφραση, απλά σαν βοηθητικό ορισμό πρόσθεσα τα ανωτέρω. (βλ. Καθημερινή και Investopedia).
Definition from
own experience or research:
Θα συμφωνήσω με το ανωτέρω και θα παραθέσω απλά μία επεξήγηση:<br />Η ιδιότητα ή η κατάσταση κατά την οποία μία μείωση -πώληση στοιχείων ενεργητικού μιας εταιρείας θα επιφέρει αύξηση στα έσοδα ή μείωση στο παθητικό ενός τμήματος της επιχείρησης ή ολόκληρης της εταιρείας.
Example sentences:
Οι συναλλαγές στις χρηματοοικονομικές αγορές τον Οκτώβριο ήταν «θυελλώδεις», «επιθετικές» και κυρίως ωθήθηκαν από ιδιαίτερες κινητήριες δυνάμεις, μία εκ των οποίων θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα βάλει την επενδυτική διάθεση σε «τεντωμένο σχοινί» τους ερχόμενους μήνες: τη λεγόμενη «απομόχλευση» (deleverage), άλλως, η εσπευσμένη πώληση ενεργητικών για τη συγκέντρωση ρευστού. (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Something went wrong...